Καλωσήλθατε στο Κανναβέικο
Παραδοσιακός λιθόκτιστος ξενώνας στην Άνω Χώρα Ναυπακτίας
Εδώ εγκαταστάθηκε μια από τις σημαντικότερες οικογένειες του Βυζαντίου, η οικογένεια των Κανναβαίων.
Τόπος καταγωγής της οικογένειας η Κωνσταντινούπολη, όπου, κατά τη διάρκεια της Δ΄ Σταυροφορίας το 1204, ο νεαρός Νικόλαος Κανναβός στέφθηκε αυτοκράτορας. Παρόλο που ο ίδιος εφονεύθη, η οικογένειά του απέκτησε και διατήρησε μεγάλη αίγλη και κύρος στην κοινωνική ιεραρχία της Πόλης. Μετά την Άλωση της Πόλης το 1453, η οικογένεια ξενιτεύτηκε και έφτασε στη Μεγάλη Λομποτινά. Εδώ απέκτησε μεγάλη περιουσία και επιρροή, με κεντρικό ρόλο στη δημόσια και οικονομική ζωή του τόπου. Στην εξέγερση του 1821, ζούσαν εδώ οι αδελφοί Γεώργιος Λογοθέτης και Αναγνώστης Κανναβός, καθώς και ο θείος τους Αντώνης, από τους πρώτους που μυήθηκαν στην Φιλική Εταιρεία από τον ηγούμενο Δαμιανό.
Η οικογένεια είχε αντιδικία και αντιπαλότητα με μια άλλη ονομαστή οικογένεια της Λομποτινάς, την οικογένεια των Σωτηροπουλαίων. Αποτέλεσμα αυτής της διένεξης ήταν να ανατινάξουν οι Σωτηροπουλαίοι το αρχοντικό των Κανναβαίων, σκάβοντας λαγούμι και όλοι οι Κανναβαίοι μέσα στο αρχοντικό να σκοτωθούν, εκτός από τον μικρό Νίκο, γιο του Αντώνη.
Τελευταίος απόγονος Κανναβός ήταν ο Γιάννης Κανναβός, δικηγόρος. Υπήρξε από τα ιδρυτικά στελέχη του κόμματος των Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου, βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας και Ευρυτανίας, υπουργός Γεωργίας, Ναυτικών, Μακεδονίας - Θράκης. Παρά την μεγάλη περιουσία που έλαβε από τον πατέρα του, πέθανε πάμπτωχος το 1950, έχοντας διαθέσει όλη του την περιουσία στην πολιτική, χωρίς να αφήσει κανέναν απόγονο.
Για την πολιτική του σταδιοδρομία πουλήθηκε και το τελευταίο περιουσιακό του στοιχείο, το αρχοντικό, το οποίο και αγοράστηκε το 1925 από την Βασιλική Κωστογιάννη.
Επί σειρά ετών και μετά από εργασίες που έγιναν από την ιδιοκτήτρια, στεγάστηκαν εδώ το σχολαρχείο, το Ειρηνοδικείο και ο Αστυνομικός Σταθμός της Άνω Χώρας. Με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού το 1997 χαρακτηρίστηκε «ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, διότι αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα λαϊκού πολιτισμού, σημαντικό για την μελέτη της ιστορίας της Αρχιτεκτονικής». Το 1999 άρχισαν οι εργασίες αναπαλαίωσης και από τις 30 Σεπτεμβρίου του 2001 λειτουργεί σαν παραδοσιακός ξενώνας.